Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

Μπέρδεμα ...

Θαυμάζω και τιμώ το φιλόσοφο René Descartes, επειδή είχε το κουράγιο να αμφισβητεί τα πάντα, αλλά κυρίως τον εαυτό του. Ως εκ τούτου, δεν έχω κανένα πρόβλημα να αμφισβητήσω κι εγώ τον εαυτό μου, να αυτοαναιρεθώ να επαναδιαπραγματευτώ τις απόψεις μου συζητώντας με τα δεδομένα που μου προσφέρει η πραγματικότητα.
Αν και λένε ότι η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία, προτιμώ να της κάνω ευθανασία για να μην τυραννιέται εκείνη, να μην τυραννιέμαι κι εγώ. Στη συγκεκριμένη περίπτωση βέβαια, η ελπίδα αποφάσισε να αυτοκτονήσει και δεν καταδέχτηκε να τη σκοτώσω.


Η απόπειρα αυτοκτονίας πήγε καλά, αλλά μάλλον όχι όσο θα έπρεπε. Η ελπίδα βρίσκεται σε κώμα κάπου σε μια εντατική ιδεολογικών απολειφαδιών και πίστης στους ανθρώπους.

Έβλεπα χτες το βράδυ τα ΜΑΤ στο Σύνταγμα να αδειάζουν την πλατεία σε ρυθμό τσάρκας. Αν δεν κρατούσαν γκλομπς και ασπίδες, οι περισσότεροι θα είχαν τα χέρια στις τσέπες, όπως τα είχαν και οι απογοητευμένοι πολίτες που άδειαζαν το Σύνταγμα. Λίγη ώρα πριν είχαν πετάξει χημικά και χειροβομβίδες κρότου – λάμψης στον κόσμο…. επειδή έτσι! Νευρίασαν που τους έβλεπαν μαζεμένους.

Είδα τη φωτογραφία ενός 8χρονου κοριτσιού να σφαδάζει στο κλάμα έντρομο πάνω στην αγκαλιά του πατέρα του και γύρω του άντρες των ΜΑΤ σε έξαλλη κατάσταση με σηκωμένα ρόπαλα και ασπίδες. Έμαθα ότι μία ασπίδα – όχι από μόνη της, φυσικά – χτύπησε το κοριτσάκι στο πρόσωπο.
Έμαθα ότι το Συμβούλιο Εφετών απάλλαξε οριστικά τον πρώην πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΟΤΕ, Παναγή Βουρλούμη, από την κατηγορία της απιστίας σε βαθμό κακουργήματος, για το σκάνδαλο της Siemens. Ο Βουρλούμης δεν είναι βουλευτής, δεν ήταν ποτέ υπουργός, άρα δεν παραδόθηκε ως λευκή περιστερά στην κοινωνία λόγω κάποιας περίεργης παραγραφής, όπως συμβαίνει συνήθως. Απλώς, το Συμβούλιο Εφετών έκρινε τελικά πως δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για να παραπεμφθεί σε δίκη.

Διάβασα για το μαγαζί της συμπεθέρας του Γιώργου Παπανδρέου, που το νοίκιασε σε εξωφρενικά υψηλή τιμή το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο την ώρα που τα διπλανά άδεια καταστήματα νοικιάζονται στη μισή τιμή και ενώ μόλις στα 200 μέτρα από το κατάστημα της πρωθυπουργικής συμπεθέρας λειτουργεί άλλο υποκατάστημα του Τ.Τ.

Διαβάζω για τις προσλήψεις που προσπάθησε να κάνει η Διαμαντοπούλου σε οργανισμό που κλείνει και ότι ανάμεσα στους επιτυχόντες ήταν η μισή νομαρχιακή επιτροπή του ΠΑΣΟΚ Κοζάνης. Διαβάζω για τις επαγγελματικές συνεργασίες του Μόσιαλου.

Βλέπω τους βουλευτές να ψηφίζουν το μνημόνιο, το μεσοπρόθεσμο, το χαράτσι στη ΔΕΗ, τις έκτακτες εισφορές, τις απολύσεις, τις εκμηδενίσεις μισθών, τα μέτρα που οδηγούν σε περαιτέρω ύφεση, τα ξεπουλήματα και ταυτόχρονα να χειροκροτούν και να γελάνε.

Βλέπω την Κανέλλη να κάνει το σόου της στη Βουλή κουνώντας ένα ψωμί και λέγοντας ότι κάνει 60 λεπτά και λέω «ώπα! Τι 60 λεπτά; Εγώ το αγοράζω 95 λεπτά». Την επόμενη μέρα διαβάζω ότι καταναλωτικές οργανώσεις σε διάφορα μέρη της Ελλάδας προχώρησαν σε καταγγελίες επειδή το ψωμί πωλείται στις περιοχές τους από 1 ευρώ έως και 1,20.

Σκέφτομαι πόσο μαλάκες μπορεί να είμαστε! Σκέφτομαι ότι τελικά ίσως μας αξίζουν όλα αυτά. Σκέφτομαι ότι αυτή την κρίσιμη στιγμή συνεχίζουμε να αλληλοκλεβόμαστε μεταξύ μας, ακόμη και στο ψωμί. Το πιο βασικό είδος διατροφής. Κι αφού αλληλοκλεβόμαστε μεταξύ μας, για ποιο λόγο να σταματήσει το καθεστώς να μας κλέβει κι εκείνο;

Ακούω τα βράδια από τις ανοιχτές μπαλκονόπρτες τούρκικες λέξεις. Όταν δεν ακούω τούρκικες λέξεις, ακούω πανηγυρισμούς για κάποιο γκολ. Ψάχνω να βρω ποιοι παίζουν κι ανακαλύπτω ότι η τηλεόραση δείχνει αγώνα με ξένες ομάδες.

Τα ζω όλα αυτά κάθε μέρα. Ταυτόχρονα κάθε μέρα μετράω λιγότερα λεφτά στην τσέπη μου και λιγότερη δημοκρατία στη ζωή μου. Γράφω σε ένα μπλοκ – αυτό το μπλοκ εννοώ – και βρίζω το καθεστώς, τον Γιώργο Παπανδρέου και τους υπουργούς.

Τώρα αρχίζω πλέον να αναρωτιέμαι αν κάνω καλά, αν έχω δίκιο. Αποκαλώ καθεστώς την κυβέρνηση, αλλά κάθε καθεστώς έχει το λαό απέναντί του. Το καθεστώς το βλέπω, τον λαό αδυνατώ να δω.

Να πηγαίνουν στο Σύνταγμα πέντε, άντε στα πολύ καλά του, έξι χιλιάδες άνθρωποι. Είμαστε κι εμείς οι θεωρητικοί της «εξέγερσης» που καθόμαστε γράφουμε και διαβαζόμαστε μεταξύ μας. Οι υπόλοιποι που είναι ρε πούστη μου; Δεν πονάνε; Δεν πεινάνε;

Και σ’ αυτό το σημείο πλέον, αρχίζω να με αμφισβητώ. Να με πιέζει η πραγματικότητα να επαναξιολογηθώ. Μήπως τελικά είμαι εγώ ο φασίστας; Μήπως δεν έχω καταλάβει κάτι σωστά; Μήπως να πλακωθώ στα μεσημεριανάδικα και στα τούρκικα σήριαλ για να βρω το φως μου; Να γίνω Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και να ουρλιάζω όποτε «βάζουμε» γκολ; Να την αφήσω την ελπίδα ήσυχη να παραδώσει την ψυχή της, ή να της ψιθυρίσω «άντεξε λίγο ακόμη»; Δεν ξέρω. Ίσως τελικά το γυρίσω στο Σωκράτη, εν οίδα ότι ουδέν οίδα.

kartesios

Δεν υπάρχουν σχόλια: