Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2011

Οι αμαζόνες του Καντάφι, πέρα από τον μύθο

Μεταξύ των πολλών ιδιομορφιών του Καντάφι, ήταν και η ελίτ μονάδα των γυναικών που αποτελούσαν τη σωματοφυλακή του για παραπάνω από 20 χρόνια.
Τώρα, τρεις εβδομάδες μετά τη πτώση της Τρίπολης, η εξερεύνηση του αρχηγείου του δικτάτορα ρίχνει φως σε αυτή την αινιγματική ομάδα. Και όπως πολλά άλλα στη Λιβύη του Καντάφι, έτσι και εδώ ο μύθος της λάμψης συγκρούεται με τη σκληρή πραγματικότητα.
Σε ένα από τους χώρους που έμεναν οι αμαζόνες, βλέπουμε εγκαταλειμμένα ροζ παλτό και μοδάτες αρβύλες. Πιο πέρα πεταμένα μαύρα σουτιέν. Και μέσα στα ερείπια που ...
 προκάλεσαν οι βόμβες του ΝΑΤΟ, βλέπουμε κάποιες σκονισμένες γαμήλιες φωτογραφίες.
Μπαίνοντας στο γραφείο της διοικήτριας Fatima Baroud, που έχει εξαφανιστεί εδώ και μήνες, βλέπουμε παντού χαλάσματα. Πρόκειται για τη γυναίκα που όλες οι αμαζόνες έτρεμαν.
«Εδώ μέσα με βίαζαν», λέει η 19χρονη Nisrine Gheriyanih που παραμένει κρατούμενη των ανταρτών. Και συνεχίζει, περιγράφοντας πως την βίαζε ο αρχηγός της ασφάλειας του Καντάφι Mansour Dhao, ο οποίος διέφυγε στον Νίγηρα.
Σήμερα, η Gheriyanih έχει να αντιμετωπίσει διαφορετικούς εφιάλτες. Στις 20 Αυγούστου, την ώρα που η Τρίπολη παραδίνονταν στις φλόγες, οι στρατιώτες του καθεστώτος την διέταξαν να εκτελέσει τρεις αντάρτες. Όπως λέει, υπάκουσε για να σωθεί. «Τι να έκανα; Θα με σκότωναν…».
Δίπλα της, μέσα στο κελί, είναι δυο ακόμη κοπέλες πρώην μέλη της περίφημης μονάδας 77, γνωστής και ως Haris al-Shabi.
Η 19χρονη Nisrine Abdul Hadi μας λέει ότι η οικογένειά της είναι αυτή που την έστειλε να καταταγεί. Συνελήφθη από τους αντάρτες επειδή την έπιασαν να προμηθεύει τους καθεστωτικούς. Μοιάζει με τρομαγμένο παιδάκι. «Είχαμε τρεις δουλειές… να στηρίζουμε τον στρατό, να συμμετέχουμε σε τελετές και φρουρές, και αν χρειαζόταν να πολεμήσουμε», λέει.
Πιο πέρα βρίσκεται μια σπάνια για τη σημερινή Λιβύη γυναίκα. Μια σκληροπυρηνική οπαδός του Καντάφι, που μοιάζει περήφανη για τη θητεία της στην μονάδα 77. Πρόκειται για την 52χρονη Jamila Calipha al-Arun, που όπως λέει: «Ο Καντάφι μας τιμούσε. Πολέμησα για αυτόν και είμαι περήφανη…ήταν ένας ευγενής άνδρας και είναι τιμή μου που τον υπηρέτησα. Τον αγαπούσα. Ήταν το καθήκον μου. Τώρα όμως όλα τελείωσαν και θέλω να πάω σπίτι μου».
Στη συνέχεια παραπονιέται για τον τρόπο επιλογής των σωματοφυλάκων του Καντάφι. «Έπρεπε να είσαι ψηλή, όμορφη, και με μακριά μαλλιά… εμένα δεν με επέλεξαν», λέει.
Και οι τρεις κοπέλες φοράνε συντηρητικές ισλαμικές μαντίλες, πολύ διαφορετικές από αυτές που φορούσαν οι καλλονές συνοδοί του Καντάφι. «Αυτές δεν υπάγονταν στους ίδιους κανονισμούς με εμάς…»,  λέει η Arun, «…ήταν οι πιο επίλεκτες. Περίπου 400 από αυτές επί δέκα χρόνια…».
Η συνήθεια του Καντάφι να επιτρέπει σε γυναίκες να παίζουν σημαντικούς ρόλους στον περίγυρό του, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη λιβυκή παράδοση, που θέλει τις γυναίκες να μένουν εκτός ηγετικών κύκλων. Αν και πολλές από τις γυναίκες συνεργάτιδες του Καντάφι καταπιέστηκαν σεξουαλικά, κάποιες άλλες κατέλαβαν υψηλές θέσεις. Το ιδιαίτερο γραφείο του  διευθύνονταν από την Mabrouka al-Mashat, που ήταν πιστή οπαδός του επί πάρα πολλά χρόνια.
Οι αμαζόνες του ήταν τα μάτια και τα αφτιά του, εξίσου σημαντικές με τους διάφορους κατασκόπους που διέθεταν οι μυστικές του υπηρεσίες.
«Μπορεί να μας εμπιστεύονταν περισσότερο από τους άλλους… ή απλά μπορεί να του άρεσαν τα κορίτσια», λέει η Nisrine Abdul Hadi.
The Guardian
πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια: