Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2011

ΓΙΑ ΤΟ ΑΛΙΕΥΤΙΚΟ ΤΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΑ

Το επίδικο έργο συνίσταται στην ενίσχυση και μεγέθυνση του κυματοθραύστη μικρού προϋπάρχοντος από το 1960 λιμένα αλιευτικών σκαφών, ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος φθορών ή καταστροφή του εξ αιτίας του ισχυρού κυματισμού που προκαλείται από τους ισχυρούς ανέμους, καθώς και στην κατασκευή αντιπροσαμμωτικού μώλου, ώστε να αποτρέπεται η μείωση του βάθους του πυθμένα από επιχωμάτωση. Πρόκειται, επομένως, για έργα που θα βελτιώσουν την υποδομή και θα αποκαταστήσουν και θα βελτιώσουν την λειτουργικότητα του παλαιού αυτού λιμένα, ενώ θα ...
 αυξήσουν την δυναμικότητά του, ώστε να είναι δυνατός ο ελλιμενισμός καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους μικρών και μεγάλων αλιευτικών σκαφών, καθώς και αντιστοίχου μεγέθους εμπορικών σκαφών. Συνεπώς, δεν πρόκειται για έργο δημιουργίας νέου λιμένα, δηλαδή λιμένα με ουσιωδώς μεγαλύτερο μέγεθος και χαρακτήρα σε σχέση με τον προϋπάρχοντα και δεν απαιτείτο να υπάρχει σχετική πρόβλεψη σε πράξη χωροταξικού ή πολεοδομικού σχεδιασμού.

Βασικές σκέψεις

          2. Επειδή, ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με την απόφασή του 5966/15.11.1999, προενέκρινε την χωροθέτηση του έργου «Βελτίωση Λιμένα Απόλλωνα νήσου Νάξου». Σχετική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) απεστάλη από την Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κυκλάδων προς την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου (έγγραφο Τ.Υ. 2952/11.8.2003). Η τελευταία διαβίβασε (έγγραφο 13854/27.8.2003) την μελέτη αυτή στο Νομαρχιακό Συμβούλιο Νομού Κυκλάδων, στις Διευθύνσεις Πολεοδομίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κυκλάδων και Λιμένων και Λιμενικών Έργων του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, καθώς και στην ΚΑ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων (ΚΑ΄ ΕΠΚΑ) του Υπουργείου Πολιτισμού. Ακολούθως, ο παραπάνω Γενικός Γραμματέας, αφού έλαβε υπ’ όψη του τις απόψεις των εμπλεκομένων Υπηρεσιών και φορέων, ενέκρινε τους περιβαλλοντικούς όρους για το εν λόγω έργο (το οποίο ονόμασε «Αλιευτικό Καταφύγιο Απόλλωνα – βελτίωση Λιμένα Απόλλωνα του Δήμου Δρυμαλίας νήσου Νάξου του Νομού Κυκλάδων») με την απόφασή του υπ’ αριθ. οικ. 4641/5.3.2004, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την μεταγενέστερη απόφασή του 15924/16.11.2005. Οι απόψεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας σε σχέση με το έργο αυτό διατυπώθηκαν με τα έγγραφα ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΕΧ/Α1/Φ21/78820/4015/30.9.2005 και ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΕΧ/Α1/Φ21 /90251/4416/7.11.2005 της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού, 1557/27.9.1999 και Φ4/3/2097/10.9.2005 της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και 6622/10.9.2003 και 8145/14.10.2005 της ΚΑ΄ ΕΠΚΑ. Την οριστική μελέτη του έργου ενέκρινε το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Νάξου (απόφαση 146/3.11.2005 του Διοικητικού του Συμβουλίου), την άδεια οικοδομής για το αλιευτικό καταφύγιο (υπ’ αριθ. 4/12.1.2006) εξέδωσε το Πολεοδομικό Γραφείο του Επαρχείου Νάξου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κυκλάδων, τέλος δε το Επαρχιακό Συμβούλιο Νάξου της Ν.Α. Κυκλάδων, με την απόφασή του 34/19.5.2006, ανέθεσε, κατόπιν δημοπρασίας, την κατασκευή του έργου στην εταιρεία .... A.E. Ήδη, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση όλων των παραπάνω πράξεων.
          3. Επειδή, από τις προσβαλλόμενες πράξεις, όσες αφορούν την προέγκριση χωροθέτησης του επίμαχου έργου και την έγκριση των αντίστοιχων περιβαλλοντικών όρων, καθώς και όσες εξέδωσε η Αρχαιολογική Υπηρεσία έχουν εκδοθεί κατ’  εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος και, ως εκ τούτου, η κρινόμενη αίτηση, κατά το μέρος που στρέφεται κατά των πράξεων αυτών, ανήκει στην αρμοδιότητα του Ε΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 του π.δ. 361/2001 (Α΄244). Η ίδια αίτηση, κατά το μέρος που πλήττει την έγκριση της οριστικής μελέτης του έργου και των κατόπιν διαγωνισμού ανάθεση σε εργοληπτική εταιρείας της κατασκευής του, θα υπήγετο, κατά το άρθρο 4 παρ. 2 (όπως η παρ. 2 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 2 του π.δ. 334/2003, Α΄ 285) του παραπάνω π.δ. 361/2001, στην αρμοδιότητα του Δ΄ Τμήματος, πρέπει όμως να εκδικασθεί και κατά το μέρος αυτό από το Ε΄ Τμήμα, εφ΄όσον οι πράξεις αυτές εκδόθηκαν μεταγενεστέρως, η νομιμότητά τους δε εξαρτάται από την νομιμότητα των προσβαλλόμενων πράξεων που εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Τέλος, λόγοι οικονομίας της δίκης επιβάλλουν την εκδίκαση από το Ε΄ Τμήμα της κρινομένης αιτήσεως και κατά το μέρος που αυτή στρέφεται κατά της από 12.1.2006 οικοδομικής αδείας, καίτοι η εκδίκαση αυτής ανήκει, κατ’ αρχήν στην αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 περ. θ΄ του ν. 702/1977 (Α΄ 268) όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 2944/2001 (Α΄ 222).
          4. Επειδή, υπέρ του κύρους των προσβαλλομένων πράξεων παρεμβαίνουν, με κοινό δικόγραφο, ο Δήμος Δρυμαλίας Νάξου, το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Νάξου και τα σωματεία (νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου) «Ομοσπονδία Αγροτικών Αλιευτικών Συλλόγων Περιφέρειας Ν. Αιγαίου», «Εξωραϊστικός Πολιτιστικός Σύλλογος Ερασιτεχνών Αλιέων Λυώνα Νάξου», «Σύλλογος Ερασιτεχνών Αλιέων Νάξου “Παναγία Μυρτιδιώτισσα”» και «Σύλλογος Απολλωνιατών Νάξου». Η παρέμβαση αυτή είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, κατά το μέρος που ασκείται από την «Ομοσπονδία Αγροτικών Αλιευτικών Συλλόγων Περιφέρειας Ν. Αιγαίου», δεδομένου ότι το σωματείο αυτό δεν νομιμοποίησε τον υπογράφοντα το οικείο δικόγραφο δικηγόρο. Εξ άλλου, πράξη του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου Νάξου προσβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση, επομένως, η εν λόγω παρέμβαση, κατά το μέρος που ασκείται από το παραπάνω νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, πρέπει να θεωρηθεί υπόμνημα. Κατά τα λοιπά, η παρέμβαση αυτή ασκείται με έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς. Πράγματι, ο Δήμος Δρυμαλίας Νάξου έχει έννομο συμφέρον να ασκήσει παρέμβαση, δεδομένου ότι το επίδικο έργο σχεδιάζεται να κατασκευασθεί μέσα στα διοικητικά του όρια. Με έννομο συμφέρον παρεμβαίνουν, επίσης τα παραπάνω σωματεία αλιέων, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τα προσκομισθέντα καταστατικά τους, έχουν σκοπό, μεταξύ άλλων, την εξυπηρέτηση των μελών τους, που ασχολούνται ερασιτεχνικά με την αλιεία, και την παροχή κάθε δυνατής στήριξης σε αυτά και ενδιαφέρονται, συνεπώς, για την ύπαρξη ασφαλούς αλιευτικού καταφυγίου στην ευρύτερη περιοχή τους. Τέλος, με έννομο συμφέρον παρεμβαίνει και ο «Σύλλογος Απολλωνιατών Νάξου», ο οποίος, σύμφωνα με το προσκομισθέν καταστατικό του, έχει σκοπό, μεταξύ άλλων, την προώθηση και επίλυση των προβλημάτων του Απόλλωνα Νάξου.
          5. Επειδή, από τις προσβαλλόμενες πράξεις, η από 15.11.1999 προέγκριση χωροθέτησης του επίδικου έργου έχει απολέσει την εκτελεστότητά της, ενσωματωθείσα στην επακολουθήσασα από 5.3.2004 εγκριτική των περιβαλλοντικών όρων του έργου απόφαση και, ως εκ τούτου, απαραδέκτως προσβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση. Ομοίως, απαραδέκτως προσβάλλονται, ως στερούμενα εκτλεστότητας, τα από 12.8.2003 και 27.8.2003 διαβιβαστικά έγγραφα της Ν.Α. Κυκλάδων και της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, αντιστοίχως. Τέλος, απαραδέκτως προσβάλλονται, ως στερούμενα εκτελεστότητας, τα από 27.9.1999, 10.9.2003 και 30.9.2005 έγγραφα του ΥΠΠΟ, όπως αναλυτικά εκτίθεται παρακάτω, στην δέκατη τέταρτη σκέψη.
          6. Επειδή, οι αιτούντες, για να θεμελιώσουν το έννομο συμφέρον τους για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως, επικαλούνται ότι είναι παραθεριστές και πολλοί εξ αυτών ιδιοκτήτες κατοικιών στον οικισμό του Απόλλωνα Νάξου. Από τους αιτούντες, οι υπ’ αριθμούς 2, 16, 19, 23, 24, 27, 29, 35, 36,37, 39, 40, 41, 46, 55, 58, 71, 73, 74, 75, 76, 77, 79 και 83 (κατά σειράν αναγραφής των ονομάτων τους στο οικείο δικόγραφο), ήτοι οι Ζ.Τ., Π.Χ., Ι.Χ., Ε.Κ.Α., Μ.Δ.Μ., Κ.Π., Μ.Ρ., Μ.Α-Σ., Ε.Κ., Τ.Α.-Σ., Σ.Γ.Χ., Ι.Γ.Χ., Κ.Μ.Κ., Ο.Π., Π.Β., Η.-Α.Γ., Χ.Π., Ι.Κ., Π.-Δ.Κ., Β.Κ., Π.Α., Ε.Χ., Κ.Ν. και Σ.Γ.Κ. είτε δεν προσκομίζουν στοιχεία για να τεκμηριώσουν τον νομικό δεσμό τους με τις προσβαλλόμενες πράξεις, είτε προσκομίζουν υπεύθυνες δηλώσεις, στις οποίες αναφέρουν απλώς ότι παραθερίζουν στον παραπάνω οικισμό, στοιχεία δηλαδή τα οποία, μόνο αυτά, δεν αρκούν για την θεμελίωση του εννόμου συμφέροντός τους. Συνεπώς, ως προς τους παραπάνω αιτούντες η κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη. Οι λοιποί αιτούντες, φερόμενοι, σύμφωνα με τα στοιχεία που προσκομίζουν, ως ιδιοκτήτες ακινήτων στην περιοχή του Απόλλωνα Νάξου ή ως καταγόμεναι από αυτήν και διαμένοντες εκεί κατά τους θερινούς μήνες σε κατοικίες γονέων ή άλλων στενών συγγενών τους, με έννομο συμφέρον ασκούν την κρινόμενη αίτηση (πρβλ. ΣτΕ 2079/2003, 4046/2006).
          7. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεων δεν συνάγεται γνώση του περιεχομένου των προσβαλλομένων πράξεων περιβαλλοντικών όρων, ήτοι της αρχικής από 5.3.2004 πράξεως και της μεταγενέστερης από 16.11.2005 τροποποιητικής, σε χρόνο καθιστώντα εκπρόθεσμη την ασκηθείσα την 30.6.2006 κρινομένη αίτηση, εφ΄όσον μάλιστα δεν έχει γίνει έναρξη των εργασιών κατασκευής του επίμαχου έργου. Αβασίμως δε η Διοίκηση ισχυρίζεται ότι τέτοια γνώση συνάγεται από το γεγονός ότι της εκδόσεως των πράξεων αυτών προηγήθηκαν διαδικασίες δημοσιεύσεων και διαβουλεύσεων (πρβλ ΣτΕ 1340/2007), καθώς και ενημέρωση από την Διοίκηση των κατοίκων των κοινοτήτων Απόλλωνα και Κορωνίδας Νάξου και σχετικές Λαϊκές Συνελεύσεις, πολύ περισσότερο που πολλοί από τους αιτούντες δεν διαμένουν μόνιμα στους παραπάνω οικισμούς. Ούτε γνώση από τους αιτούντες του περιεχομένου των λοιπών προσβαλλομένων εκτελεστών πράξεων σε χρόνο καθιστώντα εκπρόθεσμη την κρινόμενη αίτηση μπορεί να συναχθεί με ασφάλεια με εξαίρεση την περίπτωση της από 10.9.2005 προσβαλλομένης πράξεως της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, η οποία ήταν γνωστή στους 20ό και 38η αιτούντες, ήτοι στους Ν.Ε.Χ. και Ε.Ε.Χ., τουλάχιστον από την 10.4.2006, όπως προκύπτει από αναφορά προς την Διοίκηση με ημερομηνία 10.4.2006, την οποία υπογράφουν οι παραπάνω δύο αιτούντες. Επομένως, η κρινόμενη αίτηση, κατά το μέρος που στρέφεται κατά της εν λόγω πράξεως, είναι απορριπτέα ως εκπρόθεσμη καθ’ όσον αφορά τους αιτούντες αυτούς. Την ίδια αναφορά έχουν υπογράψει και άλλα δεκαπέντε (15) πρόσωπα, τα ονοματεπώνυμα των οποίων ταυτίζονται με τα ονοματεπώνυμα ισάριθμων αιτούντων. Στην αναφορά, όμως, αυτή δεν αναγράφονται και τα πατρώνυμα ή άλλα στοιχεία ταυτότητας, ώστε να προκύψει με ασφάλεια αν και άλλα, πλην των παραπάνω δύο αιτούντων, εγνώριζαν έκτοτε το περιεχόμενο της από 10.9.2005 πράξεως της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση, καθ’ όσον αφορά την πράξη αυτή, ασκείται εμπροθέσμως και από τους 15 αυτούς αιτούντες.
          8. Επειδή, όπως έχει ήδη κριθεί καθ’ ερμηνεία του άρθρου 24 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος, στην προστασία του οποίου υπάγονται και τα οικοσυστήματα των ακτών, τα οποία πρέπει να τελούν υπό ιδιαίτερο καθεστώς ηπίας διαχειρίσεως και αναπτύξεως, η κατασκευή λιμένων οποιασδήποτε κατηγορίας σε οποιαδήποτε ακτή της χώρας πρέπει να αποτελεί αντικείμενο ευρύτερου χωροταξικού σχεδιασμού, εντός του εθνικού ή του μείζονος περιφερειακού δικτύου λιμένων της χώρας. Ο σχεδιασμός αυτός πρέπει, περαιτέρω, να στηρίζεται σε τεκμηριωμένη μελέτη, στην οποία λαμβάνονται υπ’ όψη τόσο το δημόσιο συμφέρον, που δικαιολογεί την κατασκευή του λιμένα όσο και οι αρχές προστασίας του παράκτιου και θαλάσσιου οικοσυστήματος, που επηρεάζονται από αυτόν, ώστε η κατασκευή να είναι συμβατή με την συνταγματική αρχή της αειφόρου ανάπτυξης. Δεν είναι, συνεπώς, νόμιμες οι πράξεις που αφορούν την κατασκευή νέου λιμένα ή την ουσιώδη επέκτασή του, χωρίς να εντάσσονται στον κατά τ’  ανωτέρω σχεδιασμό (πρβλ. ΣτΕ 1507/2000, 978/2005, 1340, 2266/2007).
          9. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως προκύπτει ότι στην παραλία του Απόλλωνα Νάξου είχε κατασκευασθεί, κατά την δεκαετία του 1960, με μεγάλους φυσικούς ογκόλιθους, ένας κυματοθραύστης μήκους 100 περίπου μέτρων με στέψη + 2 μέτρων, που σχημάτιζε ένα μικρολιμένα με βάθος πυθμένα 7 περίπου μέτρων. Εκεί μπορούσαν να ελλιμενίζονται μεγάλα αλιευτικά σκάφη, καθώς και αντιστοίχου μεγέθους εμπορικά σκάφη, τα οποία, κατά κύριο λόγο, μετέφεραν τα οπωροκηπευτικά προϊόντα της περιοχής του Απόλλωνα σε άλλες περιοχές της Νάξου. Με την πάροδο, όμως, των ετών μέρος του κυματοθραύστη αυτού καταστράφηκε εξ αιτίας των ισχυρών βορείων ανέμων που πνέουν συχνά στην περιοχή και του επακόλουθου ισχυρού κυματισμού, ενώ, εξ άλλου, το βάθος του πυθμένα μειώθηκε λόγω της επιχωμάτωσης (προσάμμωσης). Αποτέλεσμα αυτών υπήρξε η αδυναμία ελλιμενισμού σχετικά μεγάλων σκαφών, σήμερα δε είναι δυνατόν να ελλιμενίζονται εκεί μόνο μικρά αλιευτικά σκάφη (ψαρόβαρκες), σε περιορισμένο, μάλιστα, αριθμό. Το έργο, το οποίο αφορούν οι προσβαλλόμενες πράξεις, συνίσταται στην επέκταση του παραπάνω κυματοθραύστη κατά 40 μέτρα (ώστε να αποκτήσει συνολικό μήκος 140 μέτρων), με στέψη πλάτους 5 μέτρων και τελική στάθμη + 4 μέτρων, καθώς και στην επέκταση και διαπλάτυνση των κρηπιδωμάτων, στην εκβάθυνση του πυθμένα του εσωτερικού λιμένα και στην κατασκευή αντιπροσαμμωτικού μώλου μήκους 30 μέτρων. Προβλέπεται, επίσης, η κατασκευή ράμπας οχημάτων, καθώς και ενός μικρού ισογείου κτίσματος για τις ανάγκες του αλιευτικού καταφυγίου. Όταν εκτελεσθούν οι παραπάνω εργασίες, τον λιμένα του Απόλλωνα θα μπορούν, πλέον, να χρησιμοποιούν μεγάλα αλιευτικά σκάφη, καθώς και τουριστικά σκάφη αντιστοίχου μεγέθους, θα είναι δε δυνατός και ο ελλιμενισμός του μικρού οχηματαγωγού πλοίου «Σκοπελίτης», που εκτελεί τοπικά δρομολόγια, σε σημεία όπου η προβλήτα θα έχει πλάτος 10 περίπου μέτρων.
          10. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι, με τις προσβαλλόμενες πράξεις, επιτρέπεται, κατά παράβαση του κανόνα που εκτέθηκε στην όγδοη σκέψη, η κατασκευή στον Απόλλωνα Νάξου νέου λιμένα, χωρίς να υπάρχει σχετική πρόβλεψη σε πράξη χωροταξικού ή πολεοδομικού σχεδιασμού. Ο λόγος, όμως αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος. Πράγματι, όπως εκτέθηκε στην προηγούμενη σκέψη, με την κατασκευή, κατά την δεκαετία του 1960, κυματοθραύστη στον όρμο του Απόλλωνα Νάξου, είχε σχηματισθεί μικρός λιμένας, που εξυπηρετούσε αλιευτικά, καθώς και άλλα μικρά εμπορικά σκάφη. Το επίδικο έργο συνίσταται στην ενίσχυση και μεγέθυνση του κυματοθραύστη αυτού (αύξηση των διαστάσεών του και ενίσχυση των κρηπιδωμάτων του), ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος φθορών ή καταστροφή του εξ αιτίας του ισχυρού κυματισμού που προκαλείται από τους ισχυρούς ανέμους, καθώς και στην κατασκευή αντιπροσαμμωτικού μώλου, ώστε να αποτρέπεται, κατά το δυνατόν, η μείωση του βάθους του πυθμένα που οφείλεται στην επιχωμάτωση. Πρόκειται, επομένως, για έργα που θα βελτιώσουν την υποδομή και, κατ’ επέκταση, θα αποκαταστήσουν και θα βελτιώσουν την λειτουργικότητα του παλαιού αυτού λιμένα και θα αυξήσουν την δυναμικότητά του, ώστε να είναι δυνατός ο ελλιμενισμός καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους μικρών και μεγάλων αλιευτικών σκαφών, καθώς και αντιστοίχου μεγέθους εμπορικών σκαφών. Συνεπώς, το επίμαχο έργο αποτελεί, κατ’ ουσίαν, έργο αποκαταστάσεως της  λειτουργικότητας του παλαιού προϋπάρχοντος μικρού λιμένα και βελτιώσεως της δυναμικότητας και λειτουργικότητάς του και όχι για έργο δημιουργίας νέου λιμένα, δηλαδή λιμένα με ουσιωδώς μεγαλύτερο μέγεθος και χαρακτήρα σε σχέση με τον προϋπάρχοντα. Κατ’ ακολουθίαν αυτού, είναι απορριπτέα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση. Μειοψήφισε ο Σύμβουλος Η. Τσακόπουλος, ο οποίος υποστήριξε την εξής γνώμη, στην οποία προσχώρησαν και οι Πάρεδροι: το επίδικο έργο δεν αποτελεί απλή βελτίωση ή επέκταση υπάρχοντος αλιευτικού καταφυγίου, αλλά δημιουργία νέου λιμένα. Τούτο προκύπτει τόσο από το μέγεθος και τις διαστάσεις των απαιτουμένων εργασιών (επέκταση προβλήτα κατά μήκος, αύξηση του ύψους και στατική ενίσχυσή του, κατασκευή αντιπροσαμμωτικού μώλου), όσο και κυρίως από τη δυνατότητα που θα αποκτήσει ο λιμένας αυτός να εξυπηρετεί όχι μόνον αλιευτικά σκάφη, μικρά και μεγάλα, αλλά και μικρά οχηματαγωγά πλοία και να καθίσταται, έτσι, από απλό αλιευτικό καταφύγιο μικρός εμπορικός λιμένας. Όμως, όπως εκτέθηκε παραπάνω, προϋπόθεση για την χωροθέτηση νέου λιμένα και για τις περαιτέρω διαδικαστικές ενέργειες για την υλοποίησή του είναι να υπάρχει σχετική πρόβλεψη σε πράξη χωροταξικού ή πολεοδομικού σχεδιασμού. Ούτε, όμως, στο Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου (απόφαση ΥΠΕΧΩΔΕ 25290/25.6.2003, Δ΄ 1487), ούτε σε άλλη πράξη συναφούς περιεχομένου υπάρχει τέτοια πρόβλεψη για την περίπτωση του Απόλλωνα Νάξου. Συνεπώς, ο εξεταζόμενος λόγος ακυρώσεως, κατά την μειοψηφήσασα αυτή γνώμη, θα έπρεπε να γίνει δεκτός ως βάσιμος.
          11. Επειδή, ο ν. 3028/2002 «Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς» (Α΄ 153) ορίζει, στο άρθρο 10 παρ. 3 ότι «... η επιχείρηση οποιουδήποτε τεχνικού έργου ή άλλου έργου ή εργασίας, καθώς και η οικοδομική δραστηριότητα πλησίον αρχαίου επιτρέπεται μόνο έπειτα από έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου....», στο άρθρο 15 παρ. 5 ότι «Απαγορεύεται η εκτέλεση κάθε μορφής λιμενικού έργου χωρίς προηγούμενη άδεια, που χορηγείται ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου...», στο άρθρο 49 παρ. 2 ότι τα Τοπικά Συμβούλια Μνημείων «είναι αρμόδια να γνωμοδοτούν για όλα τα ζητήματα που αφορούν σε μνημεία, χώρους και τόπους της περιφέρειάς τους, εκτός από εκείνα που αναφέρονται στις διατάξεις της παραγράφου 5γ του άρθρου 50 ...» και στο άρθρο 50 παρ. 5 περ. γ΄ ότι τα Κεντρικά Συμβούλια, ήτοι το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ) και το Κεντρικό Συμβούλιο Νεοτέρων Μνημείων (ΚΣΝΜ), «γνωμοδοτούν για ζητήματα που σχετίζονται με: αα) μνημεία, χώρους και τόπους που βρίσκονται σε περισσότερες από μία περιφέρειες, καθώς και στη θάλασσα...». Εξ άλλου, ο Υπουργός Πολιτισμού, με την απόφασή του ΥΠΠΟ/ΔΟΕΠΥ/ΤΟΠΥΝΣ/15/3692(2)/20.1.2004 (β΄180/30.1.2004), μεταβίβασε πολλές από τις αρμοδιότητές του στις Περιφερειακές Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού. Ειδικότερα, η παραπάνω απόφαση ορίζει, στο άρθρο 1, ότι οι υπουργικές αρμοδιότητες «των περιπτώσεων που δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των Κεντρικών Συμβουλίων (παράγραφος 5 του άρθρου 50 του ν. 3028/02)» μεταβιβάζονται «ως εξής: Α΄) Στους Προϊσταμένους των Εφορειών Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων... 1. Η χορήγηση άδειας για: α) την εγκατάσταση ή τη λειτουργία Βιοτεχνικής ή Εμπορικής επιχείρησης... γ) την επιχείρηση οποιουδήποτε τεχνικού ή άλλου έργου πλησίον αρχαίου... μνημείου, αρχαιολογικού χώρου ... εφόσον κριθεί ότι οι ανωτέρω εγκαταστάσεις κ.λπ. δεν επιφέρουν με άμεσο ή έμμεσο τρόπο καταστροφή, βλάβη, ρύπανση ή αλλοίωση της μορφής του μνημείου, του χώρου ή του τόπου (άρθρα 10, 12 παρ. 4 και άρθρο 16 του ν. 3028/02)... Ε΄) Στον Προϊστάμενο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, πέραν από τις αρμοδιότητες υπό των πιο πάνω ενδείξεων Α΄και Β΄, που εφαρμόζονται αναλόγως, εάν πρόκειται περί μνημείων, αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων ευρισκομένων στη θάλασσα ή σε λίμνες ή στους ποταμούς, μεταβιβάζονται επιπλέον οι αρμοδιότητες 1... 3. Η χορήγηση άδειας για την εκτέλεση λιμενικών έργων (άρθρο 15 παρ. 5 του ν. 3028/02). Εάν όμως το έργο πρόκειται να επιχειρηθεί πλησίον χερσαίου μνημείου ή πλησίον είτε εντός χερσαίου αρχαιολογικού χώρου ... η άδεια χορηγείται από τον Υπουργό, με γνώμη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου....».
          12. Επειδή, με την απόφαση Α1/Φ21/7587/282/21,2,1983 του Υπουργού Πολιτισμού (Β΄ 505), κηρύχθηκε ως αρχαιολογικός χώρος η περιοχή της Νάξου «που περιλαμβάνει τον Κούρο του Απόλλωνα και το αρχαίο λατομείο με ζώνη προστασίας  +/- 500 μ. γύρω από αυτήν». Όπως δε προκύπτει από τα υπάρχοντα στον φάκελο στοιχεία (έγγραφα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και Τοπογραφικό διάγραμμα συνημμένο στην παραπάνω απόφαση), ο εν λόγω αρχαιολογικός χώρος ευρίσκεται σε υψηλότερο σημείο σε σχέση με τον όρμο του Απόλλωνα Νάξου, σε απόσταση εκατοντάδων μέτρων από αυτόν και, ειδικότερα, από τον χώρο του επίδικου έργου, μεταξύ δε αυτού και του αρχαιολογικού χώρου μεσολαβεί ο οικισμός του Απόλλωνα.
          13. Επειδή, η Διευθύντρια της ΚΑ΄ ΕΠΚΑ, με το έγγραφό της 6622/10.9.2003, γνωστοποίησε στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου ότι «δεν υπάρχει αντίρρηση από πλευράς ΚΑ΄ ΕΠΚΑ για την έγκριση της ΜΠΕ» του επίμαχου έργου. Η Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού (Τμήμα Αρχαιολογικών Χώρων Μνημείων και Αρχαιογνωστικής Έρευνας της Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Προϊστορικής Κληρονομιάς), με το έγγραφό της ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ21/78820/4015/30.9.2005, εζήτησε από την Ε.Ε.Α. και την ΚΑ΄ ΕΠΚΑ «δεδομένου ότι η περιοχή του έργου αποτελεί κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο» να αποστείλουν τις απόψεις τους και σχετική μελέτη «προκειμένου το θέμα να διαβιβαστεί στο Κ.Α.Σ. για την κατά νόμον γνωμοδότηση». Απαντώντας στο έγγραφο αυτό, η Διευθύντρια της ΚΑ΄ ΕΠΚΑ επανέλαβε, με το έγγραφό της 8145/14.10.2005, ότι «δεν υπάρχει αντίρρηση .. για το συγκεκριμένο λιμενικό έργο δεδομένου ότι το λιμάνι του Απόλλωνα δεν γειτνιάζει με τον κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο του αρχαϊκού λατομείου με το ημίεργο άγαλμα Διονύσου». Εξ άλλου, η Προϊσταμένη της Ε.Ε.Α., με τα έγγραφά της 1557/27.9.1999 και Φ4/3/2097/10.9.2005, ανέφερε ότι η Υπηρεσία της δεν είχε, κατ΄ αρχήν, αντίρρηση για την εκτέλεση του έργου αλλά ότι «επειδή δεν έχει κατατεθεί η σχετική ΜΠΕ ... η οριστική γνωμοδότηση της ΕΕΑ .... θα δοθεί με την έγκριση από πλευράς αρμοδιοτήτων της και της σχετικής ΜΠΕ....». Μετά δε την διαβίβαση στην Ε.Ε.Α. της ΜΠΕ του έργου, η Προϊσταμένη της Ε.Ε.Α., με το έγγραφό της Φ4/3-Ι/4509/19.10.2005, πληροφόρησε το Επαρχείο Νάξου ότι «η ΕΕΑ, από πλευράς αρμοδιοτήτων της, δεν έχει κατ’ αρχήν αντίρρηση για την εκτέλεση των έργων σύμφωνα με την υποβληθείσα ΜΠΕ» υπό τους εξής όρους: 1. Να τηρηθούν οι διατάξεις του ν. 3028/2002. 2. Να ειδοποιηθεί η Ε.Ε.Α. «τουλάχιστον ένα μήνα πριν την έναρξη των εργασιών για τη διενέργεια της κατά τον Νόμο εποπτείας από αρμόδιο υπάλληλό της.... 3. Σε περίπτωση εντοπισμού αρχαιοτήτων κατά τη διάρκεια των εργασιών, αυτές θα διακοπούν και θα ακολουθήσει αρχαιολογική έρευνα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον  ν. 3028/02, από τα αποτελέσματα της οποίας θα εξαρτηθεί και η συνέχιση του έργου. 4. Σε περίπτωση αλλαγής των γεωμετρικών στοιχείων του έργου η εκ νέου γνωμοδότηση της ΕΕΑ είναι απαραίτητη...». Κατόπιν των παραπάνω από 10.9.2005 εγγράφου της ΕΕΑ και από 10.9.2003 και 14.10.2005 εγγράφων της ΚΑ΄ ΕΠΚΑ, ο Γενικός Διευθυντής Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, με το έγγραφό του ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ21/90251/4416/7.11.2005, διατύπωσε την άποψη της Κεντρικής Υπηρεσίας του ΥΠΠΟ, σύμφωνα με την οποία, εφ΄όσον «το έργο όπως διευκρινίστηκε από σχετικό έγγραφο (από 14.10.2005) της ΚΑ΄ ΕΠΚΑ, δεν πραγματοποιείται εντός ή πλησίον κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου ... δεν υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 3028/02» και, ως εκ τούτου, η Υπηρεσία «δεν έχει αντίρρηση για την έγκριση» της ΜΠΕ «με τον όρο ότι, σε περίπτωση εντοπισμού χερσαίων ή εναλίων αρχαιοτήτων, θα τηρηθούν οι διατάξεις των άρθ. 10 και 37 του ν. 3028/2002».
          14. Επειδή, όπως αναφέρθηκε και στη δεύτερη σκέψη, με την κρινόμενη αίτηση πλήττονται τα παραπάνω από 10.9.2003 και 14.10.2005 έγγραφα της ΚΑ΄ ΕΠΚΑ. Και τα δύο αυτά έγγραφα διατυπώνουν την θέση της περιφερειακής αυτής Υπηρεσίας του ΥΠΠΟ περί του επιτρεπτού, κατά το άρθρο 10 του ν. 3028/2002, της εκτελέσεως του επίμαχου έργου. Πρέπει όμως, να θεωρηθεί ότι μόνον το δεύτερο έγγραφο προσβάλλεται παραδεκτώς, δεδομένου ότι φέρει και συγκεκριμένη αιτιολογία (: «.... το λιμάνι του Απόλλωνα δεν γειτνιάζει με τον κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο....») και, ως εκ τούτου, έχει αντικαταστήσει το αρχικό από 10.9.2003 έγγραφο της ίδιας Υπηρεσίας. Περαιτέρω, με την κρινόμενη αίτηση πλήττονται τα από 27.9.1999 και 10.9.2005 έγγραφα της ΕΕΑ. Τα έγγραφα, όμως, αυτά δεν περιέχουν την οριστική θέση της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων περί του επιτρεπτού, κατά το άρθρο 15 του ν. 3028/2002, της εκτελέσεως του παραπάνω έργου, δεν έχουν, ως εκ τούτου, εκτελεστό χαρακτήρα και απαραδέκτως προσβάλλοντα. Πρέπει, όμως, να θεωρηθεί ότι η κρινόμενη αίτηση στρέφεται παραδεκτώς κατά του τελευταίου από 19.10.2005 εγγράφου της ΕΕΑ, το οποίο περιλαμβάνει την τελική επί του θέματος άποψη της εν λόγω Υπηρεσίας, εν όψει και της υποβολής της σχετικής ΜΠΕ, και, επομένως, έχει εκτελεστό χαρακτήρα. Τέλος, από τα πληττόμενα με την κρινόμενη αίτηση από 30.9.2005 και 7.11.2005 έγγραφα της Κεντρικής Υπηρεσίας του ΥΠΠΟ, το μεν πρώτο απαραδέκτως προσβάλλεται, διότι δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα, εφ΄ όσον περιορίζεται στο να ζητήσει τις απόψεις των αρμοδίων περιφερειακών Υπηρεσιών επί του εν λόγω θέματος, παραδεκτώς δε προσβάλλεται το δεύτερο, με το οποίο η Κεντρική Υπηρεσία συνοψίζει την σχετική θέση της.
15. Επειδή, προβάλλεται ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις Υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού έχουν εκδοθεί κατά πλάνη περί τα πράγματα ή, πάντως, είναι πλημμελώς αιτιολογημένες, διότι δεν λαμβάνουν υπ’ όψη αφ’ ενός μεν ότι το επίμαχο έργο γειτνιάζει με κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο, αφ’ ετέρου δε ότι στο σημείο του όρμου όπου θα κατασκευασθεί το έργο αυτό υπάρχουν ενάλιες αρχαιότητες και συγκεκριμένα υπολείμματα (ογκόλιθου) αρχαίου λιμένα, μάλιστα δε ο αντιπροσαμμωτικός μώλος σχεδιάζεται να κατασκευασθεί «πάνω στον υφιστάμενο αρχαίο μώλο του όρμου, με αποτέλεσμα την αναπότρεπτη καταστροφή του». Προβάλλεται, επίσης, ότι η μεν προσβαλλόμενη πράξη της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων έχει εκδοθεί αναρμοδίως, διότι η σχετική αρμοδιότητα ανήκει, κατά το άρθρο 15 παρ. 5 του ν. 3028/2002, στο Υπουργό Πολιτισμού, καθώς και ότι η προσβαλλόμενη πράξη της ΙΑ΄ ΕΠΚΑ καθώς και η πράξη της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων έπρεπε να έχουν εκδοθεί μετά από γνώμη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, «εν όψει και της σπουδαιότητος του ... ζητήματος». Οι λόγοι αυτοί ακυρώσεως είναι απορριπτέοι. Πράγματι, η κρίση της Διευθύντριας της ΚΑ΄ ΕΠΚΑ ότι το επίμαχο έργο δεν γειτνιάζει με τον παραπάνω αρχαιολογικό χώρο, έχουσα προδήλως την έννοια ότι το έργο αυτό δεν σχεδιάζεται να κατασκευασθεί πλησίον του αρχαιολογικού αυτού χώρου, ανταποκρίνεται στα στοιχεία του φακέλου και ειδικότερα στο δεδομένο ότι ο αρχαιολογικός χώρος ευρίσκεται σε υψηλότερο σημείο από τον λιμένα του Απόλλωνα Νάξου και σε απόσταση εκατοντάδων μέτρων από αυτόν και είναι, ως εκ τούτου νόμιμη. Εφ΄ όσον, συνεπώς, το εν λόγω λιμενικό έργο δεν θα κατασκευασθεί πλησίον αρχαιολογικού χώρου, δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής της διατάξεως του άρθρου 10 παρ. 3 του ν. 3028/2002, δηλαδή διατυπώσεως γνώμης και χορηγήσεως αδείας σύμφωνα με την διάταξη αυτή. Για τον ίδιο λόγο, εφ΄ όσον δηλαδή το έργο δεν θα κατασκευασθεί πλησίον αρχαιολογικού χώρου ή αρχαίου μνημείου, δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής της διατάξεως του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 1 περ. Ε.3  της από 20.1.2004 υπουργικής αποφάσεως περί μεταβιβάσεως αρμοδιοτήτων, που προβλέπει, σε μια τέτοια περίπτωση, χορήγηση άδειας με υπουργική απόφαση, κατόπιν γνώμης του ΚΑΣ. Επομένως, αρμοδίως, σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη, η Προϊσταμένη της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, με την προσβαλλομένη από 19.10.2005, χορήγησε άδεια για την εκτέλεση του επίμαχου λιμενικού έργου. Εξ’  άλλου, στην προκειμένη περίπτωση δεν ήταν απαραίτητη, παρά τα αβασίμως προβαλλόμενα, η διατύπωση σχετικής γνώμης του ΚΑΣ ούτε κατά το άρθρο 50 παρ. 5 πρ. γ του ν. 3028/2002 (που αναφέρεται, μεταξύ άλλων, σε μνημεία που βρίσκονται στην θάλασσα), ούτε κατά το άρθρο 1 περ. Ε΄3 της προαναφερθείσης κανονιστικής αποφάσεως (που αναφέρεται σε λιμενικό έργο πλησίον χερσαίου μνημείου ή αρχαιολογικού χώρου). Απορριπτέος, τέλος, είναι και ο προβαλλόμενος με την κρινόμενη αίτηση ισχυρισμός ότι ο προβλεπόμενος στην μελέτη του επίμαχου έργου αντιπροσαμμωτικός μώλος σχεδιάζεται να κατασκευασθεί πάνω σε εναπομείναντες βράχους (λιθορριπή) που αποτελούν τμήματα του μώλου αρχαίου λιμένα που υπήρχε εκεί. Τούτο δε διότι η ύπαρξη τέτοιου αρχαίου λιμένα στο σημείο, όπου σχεδιάζεται να κατασκευασθεί το εν λόγω λιμενικό έργο δεν προκύπτει από κάποιο στοιχείο του φακέλου, ιδίως δε από τις προσβαλλόμενες πράξεις της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων. Τέλος, οι αιτούντες, με το υπόμνημα που κατέθεσαν στο Δικαστήριο μετά την επ’  ακροατηρίου συζήτηση της υποθέσεως, επικαλούνται και προσκομίζουν άρθρο της αρχαιολόγου Α.Γ. Σίμωσι που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Σεπτεμβρίου – Νοεμβρίου του έτους 2007 του περιοδικού «Ναξιακά», στο οποίο υποστηρίζεται ότι στον όρμο του Απόλλωνα Νάξου και σε σχετικά μικρή απόσταση από τον χώρο του επίδικου λιμενικού έργου υπάρχουν στον αιγιαλό και στη θάλασσα μαρμάρινοι όγκοι, που αποτελούν υπολείμματα αρχαίου λιμένα του 7 ου – 6 ου π.χ. αιώνα («λιθορριπές»). Η διαπίστωση αυτή, κατά τους αιτούντες, καθιστά παράνομη την χορηγηθείσα από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων άδεια για την κατασκευή του εν λόγω έργου. Ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος. Πρώτον μεν, διότι το στοιχείο αυτό, αναγόμενο μάλιστα σε χρόνο μεταγενέστερο των προσβαλλομένων πράξεων, ετέθη υπ’  όψη του Δικαστηρίου απαραδέκτως διότι προσκομίσθηκε με υπόμνημα. Δεύτερον δε, διότι από κανένα έγγραφο ή άλλο στοιχείο της αρμόδιας Υπηρεσίας (Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων) δεν πιθανολογείται η βασιμότητα του παραπάνω ισχυρισμού, εν πάση δε περιπτώσει η Υπηρεσία αυτή, με τα προαναφερθέντα έγγραφά της έλαβε πρόνοια να διακοπούν οι εργασίες κατασκευής του επίμαχου έργου σε περίπτωση εντοπισμού εναλίων αρχαιοτήτων, ώστε να διενεργηθεί αρχαιολογική έρευνα και να εξετασθεί τότε το ζήτημα χορηγήσεως αδείας κατά τις διατάξεις του ν. 3038/2002.
16. Επειδή, προβάλλεται συναφώς ότι οι επιπτώσεις του επίμαχου έργου στον παρακείμενο αρχαιολογικό χώρο «δεν αξιολογήθηκαν καθόλου, άλλως δεν σταθμίσθηκαν επαρκώς» με την σχετική ΜΠΕ. Ο λόγος αυτός ακυρώσεως, όπως διατυπώνεται, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι στην ΜΠΕ (παράγραφοι 4.2.4 και 7.3.4) γίνεται ρητή αναφορά του παραπάνω αρχαιολογικού χώρου, εκτιμάται, όμως, ότι «δεν θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις, αντίθετα πιθανότατα θα  αυξηθεί η τουριστική κίνηση στις περιοχές που παρουσιάζουν αρχαιολογικό ενδιαφέρον». Η αναφορά δε αυτή δεν έχρηζε περαιτέρω εξειδικεύσεως, εφ’ όσον, όπως εκτέθηκε στην προηγούμενη σκέψη, η αρμόδια Αρχαιολογική Υπηρεσία έκρινε ότι η απόσταση του αρχαιολογικού χώρου από τον χώρο του επίμαχου λιμενικού έργου είναι τέτοια, ώστε ο εν λόγω αρχαιολογικός χώρος να μην επηρεάζεται δυσμενώς, από αισθητικής ή άλλης απόψεως, από την εκτέλεση του έργου.
          17. Επειδή, προβάλλεται ότι οι μελέτες, στις οποίες «βασίζονται οι προσβαλλόμενες πράξεις», εκπονήθηκαν από μελετητή, ο οποίος δεν είχε τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα. Προβάλλεται, ειδικότερα, ότι η Προκήρυξη της Ν.Α. Κυκλάδων, που δημοσιεύθηκε στο Ενημερωτικό Δελτίο 2323/13.12.2004 του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και αφορούσε την μελέτη του επίμαχου αλιευτικού καταφυγίου, απευθυνόταν σε συμπράξεις γραφείων μελετών με πτυχίο Α ή Β τάξεως κατηγορίας λιμενικών μελετών και Α τάξεως κατηγοριών τοπογραφικών και γεωτεχνικών μελετών, ενώ ο μηχανικός ..... «στον οποίο ανετέθη η μελέτη δεν κατέχει τα απαιτούμενα από την Προκήρυξη μελετητικά πτυχία». Ο λόγος αυτός ακυρώσεως ερείδεται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως και είναι απορριπτέος. Πράγματι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, το Νομαρχιακό Συμβούλιο Κυκλάδων, με την απόφασή του 114/24.6.2003, ανέθεσε απ’ ευθείας στην Αναπτυξιακή Εταιρεία Κυκλάδων Α.Ε. την εκπόνηση τριών μελετών σχετικών με το αλιευτικό καταφύγιο του Απόλλωνα (Εργαστηριακές αναλύσεις για την Ακτομηχανική Μελέτη, Ακτομηχανική Μελέτη και Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων), ακολούθως δε η εταιρεία αυτή ανέθεσε στον προαναφερθέντα μελετητή, ο οποίος έχει πτυχίο μελετητή Α΄ τάξης στην κατηγορία 27 (περιβαλλοντικές μελέτες), «την συμμετοχή στην εκπόνηση» της ΜΠΕ. Προκύπτει, δηλαδή, από τα παραπάνω στοιχεία ότι ο μελετητής αυτός δεν εκπόνησε την μελέτη του επίμαχου τεχνικού έργου, όπως εσφαλμένα υπολαμβάνουν οι αιτούντες, αλλά συμμετέσχε στην εκπόνηση της προγενέστερης Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, δηλαδή μελέτης αντίστοιχης με το μελετητικό του πτυχίο. Επομένως, ο εξεταζόμενος λόγος ακυρώσεως, ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋποθέσεως, είναι απορριπτέος.
          18. Επειδή, προβάλλεται συναφώς ότι η ΜΠΕ του επίμαχου έργου στηρίζεται σε οικονομικά δεδομένα του έτους 1997, ενώ «σύμφωνα με νεώτερους υπολογισμούς» το κόστος του προσεγγίζει τα 3.500.000 ευρώ, «οπότε η ΜΠΕ ... θα έπρεπε να διεξαχθεί από μελετητή με πτυχία μεγαλύτερης κατηγορίας». Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, δεδομένου ότι οι αιτούντες δεν τεκμηριώνουν τον ισχυρισμό τους περί του κόστους του έργου, ενώ, αντιθέτως, στο υπ’  αριθ. 824/10.9.2003 έγγραφο του Επαρχείου Νάξου ο προϋπολογισμός του έργου προσδιορίζεται σε 1.400.000 ευρώ.
          19. Επειδή, προβάλλεται ότι η μελέτη, βάσει της οποίας δημοπρατήθηκε το επίμαχο έργο, «αφίσταται ουσιωδώς και είναι τελείως διαφορετική» από την μελέτη, η οποία εγκρίθηκε με τις προσβαλλόμενες από 15.3.200. και 16.11.2005 εγκρίσεις των περιβαλλοντικών όρων του έργου και από την από 15.11.1999 προέγκριση χωροθέτησής του και ότι οι εγκρίσεις αυτές και η ΜΠΕ «στηρίζονται σε μια τρισέλιδη χειρόγραφη μελέτη ..... που αφορούν έργο διαφορετικού τεχνικού και οικονομικού αντικειμένου, σε σχέση με το δημοπρατηθέν». Ο λόγος αυτός ακυρώσεως, όπως διατυπώνεται, είναι απορριπτέος ως αόριστος, διότι με αυτόν δεν προσδιορίζονται τα σημεία, στα οποία, κατά την άποψη των αιτούντων, υπάρχουν ουσιώδεις αποκλίσεις μεταξύ της μελέτης, βάσει της οποίας δημοπρατήθηκε το εν λόγω έργο, και των παραπάνω προσβαλλομένων πράξεων. Εξ άλλου, ο ισχυρισμός ότι η εγκριθείσα ΜΠΕ και οι πράξεις αυτές στηρίζονται σε τρισέλιδη χειρόγραφη μελέτη είναι όλως αόριστος, διότι δεν προσδιορίζεται περί ποίας ακριβώς τρισέλιδης μελέτης πρόκειται, σε κάθε δε περίπτωση η ΜΠΕ εκτείνεται σε δεκάδες σελίδες και είναι αναλυτική.
          20. Επειδή, προβάλλεται ότι με την ΜΠΕ του επίδικου έργου δεν έχουν εκτιμηθεί οι δυσμενείς επιπτώσεις επί της φυσιογνωμίας της ακτογραμμής του όρμου του Απόλλωνα Νάξου, ότι με το έργο αυτό θα διαφοροποιηθεί ο χαρακτήρας της περιοχής και η παραλία του όρμου θα περιορισθεί «από την δυσαναλόγου μεγέθους κατασκευή από τσιμεντένιους ογκόλιθους» και ότι θα επηρεασθεί δυσμενώς η καθαρότητα των υδάτων του όρμου από τα καύσιμα και τα λιπαντικά, που θα χρησιμοποιούν τα ελλιμενιζόμενα σκάφη. Οι λόγοι αυτοί ακυρώσεως είναι απορριπτέοι. Πράγματι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η παραλία του όρμου του Απόλλωνα ευρίσκεται σε διαφορετικό σημείο από το σημείο, όπου θα κατασκευασθεί το επίμαχο λιμενικό έργο και σε ικανή απόσταση από αυτό, ώστε να μην τίθεται ζήτημα περιορισμού της παραλίας από την κατασκευή του έργου αυτού. Εξ άλλου, από την σχετική ΜΠΕ δεν προκύπτει ότι η κατασκευή και μετέπειτα λειτουργία του έργου θα προκαλέσει κάποιες ουσιώδεις δυσμενείς επιπτώσεις στην χρήση της παρακείμενης παραλίας από λουόμενους και κολυμβητές. Τέλος, στην προσβαλλόμενη πράξη περιβαλλοντικών όρων, ιδίως δε στις παραγράφους 4.2, 4.3, 6.3, 6.4, 6.8 και 6.10, περιλαμβάνονται αναλυτικές προβλέψεις για την προστασία της περιοχής του έργου και της παραλίας του όρμου από τα καύσιμα και τα λιπαντικά, που θα χρησιμοποιούν τα ελλιμενιζόμενα σκάφη, ώστε να αποτρέπεται η μόλυνση των υδάτων του όρμου και της χερσαίας ζώνης.
          21. Επειδή, προβάλλεται, με αναφορά και σε όσα διαλαμβάνονται στην προσβαλλόμενη απόφαση 146/3.11.2005 του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου Νάξου, ότι «το επίμαχο έργο περιορίζει δραστικά τη θέα προς το πέλαγος από τη χερσαία ζώνη, ενώ οι κατασκευές ουδόλως εναρμονίζονται με το φυσικό περιβάλλον και το μέτρο της τοπικής αρχιτεκτονικής». Οι αιτιάσεις αυτές, όπως διατυπώνονται, είναι απορριπτέες, αφ΄ενός μεν διότι ο περιορισμός της θέας, σύμφυτος συχνά με τα λιμενικά έργα, δεν κωλύει, άνευ ετέρου, την κατασκευή τους, αφ΄ ετέρου δε διότι, όπως αναφέρεται στην οικεία ΜΠΕ, «το έργο δεν θα επηρεάσει την αισθητική του τοπίου... Η μορφολογία της περιοχής δεν πρόκειται να επηρεαστεί μιας και δεν προβλέπονται ιδιαίτερες χωματουργικές εργασίες και δεν θα απαιτηθεί η δημιουργία  δανειοθαλάμων, τυχόν [δε] ογκόλιθοι που θα απαιτηθούν για την κατασκευή των κρηπιδωμάτων, θα εξασφαλιστούν από γειτονικά ... λατομεία...».
          22. Επειδή, προβάλλεται ότι η ΜΠΕ ούτε αναφέρεται στις κυκλοφοριακές επιπτώσεις του επίμαχου έργου, ούτε προτείνει σχετικές λύσεις, ενώ, εξ άλλου, «από το φάκελο προκύπτει παντελής έλλειψη έργων .... στάθμευσης και κυκλοφορίας τροχοφόρων, πρόσβασης και απομάκρυνσής τους από και προς το νέλο λιμάνι, σύνδεσης με το υπάρχον οδικό δίκτυο κ.λπ. ...». Ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, πριν από την έκδοση της προσβαλλομένης οικοδομικής άδειας και της πράξης αναθέσεως της κατασκευής του εν λόγω έργου είχε καταρτισθεί και αποσταλεί στο Πολεοδομικό Γραφείο Νάξου, με το υπ’ αριθ. 22/10.1.2006 έγγραφο του Τμήματος Τεχνικών Υπηρεσιών του Επαρχείου Νάξου, κυκλοφοριακή μελέτη για το έργο αυτό, που αφορούσε «στον έλεγχο άρτιας κυκλοφορίας (πρόσβαση, αναστροφή) των σχημάτων στο αλιευτικό καταφύγιο Απόλλωνα», στην οποία, μάλιστα, αναφερόταν ότι το πλάτος του προβλήτα καλύπτει τις ανάγκες ελιγμών «του μεγαλύτερου οχήματος (λεωφορείο διαστάσεων 12,00Χ2,50μ.)».
          23. Επειδή, προβάλλεται ότι η θέση που επελέγη για την κατασκευή καταφυγίου αλιευτικών σκαφών στον Απόλλωνα Νάξου είναι «παντελώς ακατάλληλη», δεδομένου ότι καθ’ όλη την διάρκεια του έτους πνέουν εκεί βόρειοι άνεμοι. Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός προβάλλεται χωρίς τεκμηρίωση η ειδική αναφορά σε στοιχεία του φακέλου και είναι, ως εκ τούτου, απορριπτέος. Εξ άλλου, από την ΜΠΕ του επίμαχου έργου, καθώς και από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι ο σκοπός του έργου αυτού είναι, με την ενίσχυση και επέκταση του υπάρχοντος προβλήτα, να παρασχεθεί η δυνατότητα ελλιμενισμού των μικρών σκαφών στον κόλπο του Απόλλωνα ιδίως όταν πνέουν βόρειοι άνεμοι, η όλη δε μελέτη για το έργο κατατείνει στην εξυπηρέτηση του σκοπού αυτού.
          24. Επειδή, όπως αναφέρεται στην ΜΠΕ και στα λοιπά στοιχεία του φακέλου, στον όρμο του Απόλλωνα Νάξου καταλήγει ένα ρεύμα (χείμαρρος κατά τους αιτούντες). Ως προς αυτό στην ΜΠΕ διαλαμβάνονται, ειδικότερα, τα εξής: «Η ευρύτερη περιοχή του έργου χαρακτηρίζεται σαν ορεινή, με πολύ έντονο ανάγλυφο... Τα πεδινά τμήματα απουσιάζουν εντελώς με μια μικρή εξαίρεση στην περιοχή του Απόλλωνα και στην μικρή κοιλάδα που δημιουργεί το ρέμα Ποταμός... Ένα σχετικά πυκνό δίκτυο ρεμάτων .... αποτελεί την τροφοδοσία του βασικού ρέματος. Το ρέμα που σχετίζεται άμεσα με την περιοχή του έργου είναι ο Ποταμός. Αποτελεί βασικό αποστραγγιστικό άξονα, που σε συνεργασία με άλλα μικρότερα ρέματα της περιοχής, διοχετεύει τα νερά στη θαλάσσια περιοχή του Απόλλωνα.... Τα μικρά βάθη [στην περιοχή του όρμου] οφείλονται στη μορφολογία του εδάφους, την εκβολή του ρέματος «Ποταμός», καθώς και στην ύπαρξη επιμήκων ρευμάτων που αναπτύσσονται μεταξύ της ακτής και της ζώνης θραύσης των κυματισμών ... Οι ορεινοί όγκοι που περιβάλλουν τον οικισμό του Απόλλωνα οριοθετούν μια λεκάνη απορροής που έχει μοναδική διέξοδο την περιοχή του όρμου. Το ρέμα που διασχίζει τη λεκάνη («ποταμός»), τροφοδοτούμενο από όλα τα μικρότερα που καταλήγουν σε αυτό, μεταφέρει με τη ροή του (που είναι μόνιμη για όλη τη διάρκεια του έτους) τα υλικά της διάβρωσης, τα οποία και αποθέτει στο ευρύτερο περιβάλλον του όρμου... Αποτέλεσμα είναι η προσάμμωση του πυθμένα με τα φερτά υλικά του ρέματος, τα οποία αποτιθέμενα διαρκώς ελαττώνουν τα βάθη στον όρμο και κατ΄ επέκταση και στον λιμένα. Μια πιθανή λύση στο πρόβλημα αποτελεί η πρόταση του Αρχηγείου Ναυτικού, η οποία προβλέπει την εκτροπή της εκβολής του ρέματος κατά 100-150 μέτρα ανατολικότερα της παρούσας, ώστε να αποφευχθεί κατά το δυνατόν η προσάμμωση του λιμένα... Λόγω της συνεχούς μεταβολής των βαθών στον μυχό του όρμου λόγω των φερτών υλών του εκβάλλοντος στην περιοχή χειμάρρου, να προηγηθεί των έργων ακτομηχανική μελέτη που θα εξετάσει το θέμα στο σύνολό του και θα προτείνει συγκεκριμένες λύσεις ...». Η ανάγκη εκπονήσεως ακτομηχνικής μελέτης είχε επισημανθεί τόσο στην απόφαση προέγκρισης χωροθέτησης του επίδικου έργου, όσο και στο υπ’ αριθ. Φ542/532/99/21.5.1999 έγγραφο της Διεύθυνσης Λιμένων και Λιμενικών Έργων του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, στο οποίο υιοθετείται και αντίστοιχη επισήμανση του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού. Κατόπιν των επισημάνσεων αυτών εκπονήθηκε ακτομηχανική μελέτη, στην οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρονται και τα εξής: «... εντός τους όρμου εκβάλλει χείμαρρος με μικρές, πλημμυρικές μόνο, παροχές. Δεδομένου ότι η τιμή της ροής καθώς και η ποσότητα των φερτών [υλών] που παρέχεται είναι άγνωστη κρίθηκε ότι δεν ήταν δόκιμο να προσομοιωθεί ο χείμαρρος... Προσομοίωση κυματικού πεδίου... Λόγω έλλειψης βυθομετρικών στοιχείων στον όρμο η βυθομετρία στην περιοχή εκτός του λιμενίσκου όπου  υπάρχει βυθομέτρηση επιλέχθηκε κατ’ εκτίμηση, χωρίς όμως να αλλοιώνεται ο γενικός στόχος της προσομοίωσης... Σύνοψη – Συμπεράσματα: [προκαλείται] έντονη στερεομεταφορά σε όλη την έκταση του όρμου. Η περιοχή του λιμενίσκου αναμένεται να παρουσιάσει φαινόμενα εναπόθεσης ιζημάτων λόγω της φοράς των ρευμάτων... Η ύπαρξη του αντιπροσαμμωτικού μώλου ... τεκμηριώνεται ότι ανακόπτει την παραπάνω πορεία των ρευμάτων και κατά συνέπεια της ποσότητας της στερεομεταφοράς σε σημαντικό βαθμό σε σχέση με την υπάρχουσα κατάσταση. Ως εκ τούτου η κατασκευή αυτή κρίνεται απαραίτητη. Η αναμενόμενη εισροή φερτών υλών στη λιμενολεκάνη είναι σημαντική αλλά όχι απαγορευτική για το ασφαλές αγκυροβόλιο των σκαφών... Συμπερασματικά, προκύπτει ότι για την προτεινόμενη διάταξη της επέκτασης του βόρειου κυματοθραύστη αναμένονται φαινόμενα εναπόθεσης ιζημάτων στην περιοχή του λιμενίσκου σε ελεγχόμενο όμως βαθμό λόγω της κατασκευής του αντιπροσαμμωτικού μώλου.
          25. Επειδή, προβάλλεται ότι η κατασκευή του επίμαχου έργου «θα επιφέρει μετά βεβαιότητος την οριστική παρεμπόδιση των βορείων ανέμων προς τον όρμο, με συνέπεια τη διακοπή των θαλασσίων ρευμάτων και την παρεμπόδιση της οριστικής εξόδου της ιλύος προς την ανοικτή θάλασσα», καθώς και την μόλυνση των υδάτων του όρμου. Προβάλλεται, περαιτέρω, ότι τα ζητήματα αυτά «ουδόλως εκτιμήθηκαν από την Διοίκηση και τους μελετητές», ότι η εκπονηθείσα αυτομηχανική μελέτη δεν προτείνει σχετικώς «συγκεκριμένες λύσεις» αποτυγχάνοντας «να προσδιορίσει τα στοιχεία του προβλήματος με συγκεκριμένα δεδομένα, ενώ δεν λαμβάνει υπ’ όψη «τον υπάρχοντα ποταμό, τη σκοπιμότητα των έργων και τη λειτουργική τους διάταξη». Τέλος προβάλλεται, με αναφορά σε σχετικό σημείο της ακτομηχανικής μελέτης, ότι η κατασκευή του αντιπροσαμμωτικού μώλου μόνο «σε κάποιο βαθμό» θα ανακόψει την εναπόθεση στερεών υλών στον βυθό του όρμου. Οι λόγοι αυτοί ακυρώσεως είναι απορριπτέοι. Πράγματι, τόσο η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων όσο και η προαναφερθείσα ακτομηχανική μελέτη αναφέρουν την ύπαρξη του ρεύματος «Ποταμός» που εκβάλλει στον όρμο και το λαμβάνουν υπ’ όψη, μάλιστα δε η τελευταία (ακτομηχανική) μελέτη αναφέρει χαρακτηριστικά ότι πρόκειται για χείμαρρο «με μικρές, πλημμυρικές μόνο, παροχές». Το γεγονός δε ότι η μελέτη αυτή δεν εφαρμόζει την μέθοδο της προσομοίωσης του χειμάρρου αυτού δεν προσκρούει σε συγκεκριμένη διάταξη νόμου, ούτε, άλλωστε, προκύπτει ότι η μελέτη καθίσταται εξ αυτού του λόγου ελαττωματική, ώστε να επηρεάζεται η νομιμότητα των προσβαλλομένων πράξεων. Εξ άλλου, όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενη σκέψη, παρά τα αβασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση, η ακτομηχανική μελέτη προτείνει ως λύση του προβλήματος της επιχωμάτωσης του όρμου την κατασκευή αντιπροσαμμωτικού μώλου. Και ναι μεν στην μελέτη αυτή γίνεται δεκτό ότι η κατασκευή του αντιπροσαμμωτικού μώλου δεν θα παρεμποδίζει πλήρως την εναπόθεση στερεών υλών στον βυθό του όρμου, κρίνει όμως ότι «η αναμενόμενη εισροή φερτών στην λιμενολεκάνη είναι σημαντική αλλά όχι απαγορευτική για το ασφαλές αγκυροβόλιο των σκαφών» και ότι φαινόμενα εναπόθεσης ιζημάτων στην περιοχή του λιμενίσκου «αναμένονται .... σε ελεγχόμενο βαθμό». Η ακτομηχανική μελέτη, συνεπώς, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το αλιευτικό καταφύγιο θα μπορεί να λειτουργεί ασφαλώς, παρά την -αναμενόμενη σε κάποιο βαθμό- μεταφορά και εναπόθεση στερεών στον πυθμένα του όρμου. Η Διοίκηση προσκομίζει, για την στήριξη των θέσεών της, και «τεχνική έκθεση φωτοερμηνείας», που συντάχθηκε από πραγματογνώμονα κατά παραγγελίαν του Επαρχείου Νάξου, βάσει αεροφωτογραφιών και στοιχείων των ετών 1945 έως 1998, η οποία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «δεν επηρεάζεται η θέση του έργου ... από την ανάντη υδρολογική λεκάνη απορροής ομβρίων υδάτων της περιοχής του ρέματος «Ποταμός»...». Η μελέτη αυτή εφ΄ όσον συντάχθηκε μετά την έκδοση των προσβαλλομένων πράξεων, μπορεί να ληφθεί υπ’ όψη μόνον επικουρικώς, υπό την έννοια ότι βασιζόμενη σε στοιχεία προϋπάρχοντα των προσβαλλομένων πράξεων, επαληθεύει την ουσιαστική κρίση της Διοικήσεως ως προς το εξεταζόμενο ζήτημα. Η κρίση δε αυτή, σύμφωνα με την οποία το αλιευτικό καταφύγιο στον Απόλλωνα Νάξου θα μπορεί να λειτουργεί ασφαλώς, παρά την –αναμενομένη σε κάποιο βαθμό- μεταφορά  και εναπόθεση στερεών στον πυθμένα του όρμου, είναι νομίμως αιτιολογημένη και είναι απορριπτέα όσα περί του αντιθέτου προβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως. Η Πάρεδρος Ο. Παπαδοπούλου υποστήριξε την γνώμη ότι η κρίση αυτή της Διοικήσεως δεν είναι επαρκώς τεκμηριωμένη και ότι θα έπρεπε, κατ’ εφαρμογήν και της αρχής της προλήψεως, πριν από την περιβαλλοντική αδειοδότηση του έργου, να εκπονηθεί νέα ακτομηχανική μελέτη με βάση όλα τα απαραίτητα για την πληρότητα και επιστημονική της αρτιότητα στοιχεία και μόνον αν η μελέτη αυτή κατέληγε στο συμπέρασμα ότι τα φαινόμενα της προσάμμωσης του πυθμένα στον χώρο του λιμένα θα μπορούσαν να περιορισθούν και να ελεγχθούν, θα ήταν νόμιμη η περιβαλλοντική αδειοδότηση του έργου.
          26. Επειδή, προβάλλεται ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις, κατά παράβαση του νόμου, προβλέπουν την κατασκευή κτίσματος για την εξυπηρέτηση των αλιέων εντός της ζώνης του αιγιαλού και της παραλίας. Ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Πράγματι, ο ν. 2971/2002 «Αιγιαλός, παραλία και άλλες διατάξεις» (Α΄285), ορίζει στον μεν άρθρο 18 ότι «1. Σε κάθε παράκτια περιοχή .... καθορίζεται έκταση ξηράς και θάλασσας ... στην οποία ο αρμόδιος φορέας διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα μπορεί να εκτελέσει ... έργα που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση της εμπορικής ... και αλιευτικής κίνησης και γενικότερα της εύρυθμης λειτουργίας του λιμένα. Η έκταση αυτή καλείται ζώνη λιμένα και διακρίνεται σε χερσαία και θαλάσσια» και στο άρθρο 19 ότι «1. Η χερσαία ζώνη λιμένα αποτελείται από τον αιγιαλό και τους αναγκαιούντες συνεχόμενους παραλιακούς χώρους για την εκτέλεση των έργων που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο ....». Εξ άλλου, ο ν. 2987/2002 (Α΄192), στο άρθρο 9 παρ. 3 ορίζει ότι «Στις περιοχές χερσαίας ζώνης λιμένα οι οικοδομικές άδειες εκδίδονται από τις κατά τόπους Πολεοδομικές Υπηρεσίες ύστερα από έγκριση της Γενικής Γραμματείας Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής (Γ.Γ.Λ.Λ.Π.) του Υ.Ε.Ν.». Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, με την προσβαλλόμενη άδεια οικοδομής, που εξέδωσε η αρμόδια Πολεοδομική Υπηρεσία (ήτοι το Πολεοδομικό Γραφείο του Επαρχείου Νάξου), ύστερα από σχετική έγκριση της Γ.Γ.Λ.Λ.Π. του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, επετράπη η ανέγερση εντός της χερσαίας ζώνης του λιμένα Απόλλωνα και ειδικότερα εντός της ζώνης του αιγιαλού και εν μέρει εντός της ζώνης της παραλίας, κτίσματος για την εξυπηρέτηση των αλιέων, δηλαδή της αλιευτικής κίνησης και εν γένει για την εύρυθμη λειτουργία του λιμένα. Υπό τα δεδομένα αυτά, η πρόβλεψη κατασκευής του παραπάνω κτιρίου εντός της χερσαίας ζώνης του λιμένα δεν αντιβαίνει προς τις παρατεθείσες διατάξεις, όπως αβασίμως προβάλλουν οι αιτούντες.
          27. Επειδή, συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί και να γίνει δεκτή η ασκηθείσα παρέμβαση, κατά το μέρος που ασκείται από τον Δήμο Δρυμαλίας Νάξου, τον Εξωραϊστικό Πολιτιστικό Σύλλογο Ερασιτεχνών Αλιέων Λυώνα Νάξου «Παναγία Μυρτιδιώτισσα» και τον Σύλλογο Απολλωνιατών Νάξου. Η παρέμβαση είναι απορριπτέα, κατά το μέρος που ασκείται από την Ομοσπονδία Αγροτικών Αλιευτικών Συλλόγων Περιφέρειας Ν. Αιγαίου, λόγω μη νομιμοποιήσεως.

ΣτΕ 2934/11
[Νόμιμη αδειοδότηση έργου βελτίωσης παλαιού αλιευτικού καταφυγίου]


Πρόεδρος: Π. Ν. Φλώρος
Εισηγητής: Η. Τσακόπουλος
Δικηγόροι: Β. Παπαδημητρίου, Κ. Βαρδακαστάνης, Σ. Κουλούρης, Αθ. Ξηρός, Μ. Φλώρου

Το παρακάτω κείμενο πάρθηκε από την ιστοσελίδα της μη κυβερνητικής οργάνωσης  για το περιβάλλον και την αειφόρα ανάπτυξη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: